του Γκίντεον Ράχμαν (*)
25 Απριλίου 2017 ♦ Ο πρώτος γύρος των γαλλικών προεδρικών εκλογών επιβεβαίωσε τη νέα τάση στη διεθνή πολιτική. Ο σημαντικότερος πολιτικός διαχωρισμός δεν είναι σήμερα μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς, αλλά μεταξύ εθνικισμού και διεθνισμού.
Η καλύτερη χρονιά για τους εθνικιστές ήταν το 2016 ? με τις νίκες του Brexit στη Βρετανία και του Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι γαλλικές εκλογές όμως δείχνουν ότι η Γαλλία και το μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Ευρώπης θα παραμείνουν στην πλευρά του διεθνισμού.
Η αντιπαράθεση μεταξύ της Μαρίν Λεπέν και του Εμανουέλ Μακρόν στον δεύτερο γύρο της 7ης Μαΐου θα είναι μια κλασική μάχη μεταξύ ενός διεθνιστή και μιας εθνικίστριας. Η Λεπέν θέλει να βγάλει τη Γαλλία από την ευρωζώνη, να αυξήσει τους δασμούς, να ενισχύσει τους ελέγχους στα σύνορα και να πατάξει τη μετανάστευση. Ο Μακρόν είναι ένας ένθερμος υποστηρικτής της ΕΕ, ένας υπέρμαχος του ελεύθερου εμπορίου και έχει μια φιλελεύθερη προσέγγιση στο προσφυγικό.
Δεδομένου ότι η αντιπαράθεση μεταξύ Μακρόν και Λεπέν εντάσσεται στη διεθνή ιδεολογική διαμάχη, την παρακολουθεί με μεγάλο ενδιαφέρον όλος ο κόσμος. Η διαφαινόμενη νίκη του Μακρόν θα γίνει δεκτή με ενθουσιασμό στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, με απογοήτευση στο Κρεμλίνο και στο οβάλ Γραφείο και με ανάμικτα αισθήματα στο Λονδίνο.
Στην προεκλογική εκστρατεία, η Λεπέν υποστήριξε ανάλογες θέσεις μ? εκείνες του Τραμπ, αν και το λεξιλόγιό της ήταν πιο μετριοπαθές. (Δεν έχει ταχθεί, για παράδειγμα, υπέρ του να απαγορευτεί η είσοδος Μουσουλμάνων στη χώρα). Η οικογένεια Λεπέν τάχθηκε με ενθουσιασμό υπέρ του Τραμπ πριν από τις αμερικανικές εκλογές. Κι εκείνος εξήρε επανειλημμένα τις ικανότητές της και εξέφρασε την ελπίδα ότι θα νικήσει. Αν όμως ο Τραμπ θα απογοητευτεί από τη νίκη του Μακρόν, οι σύμβουλοί του στην εθνική ασφάλεια, που έχουν λιγότερο εκκεντρικές απόψεις από εκείνον, είναι βέβαιο ότι θα ανακουφιστούν.
Η απογοήτευση της Ρωσίας θα είναι πολύ πιο εμφανής. Ο Μακρόν ήταν ο μόνος από τους βασικούς υποψηφίους στον πρώτο γύρο που τάχθηκε υπέρ μιας σκληρής γραμμής απέναντι στη Ρωσία του Πούτιν. Και μια ρωσική τράπεζα έχει στενή σχέση με το Εθνικό Μέτωπο ? στο πλαίσιο προφανώς της προσπάθειας του Κρεμλίνου να επενδύσει στην αναταραχή στην ΕΕ.
Η βρετανική αντίδραση σε μια νίκη του Μακρόν θα είναι ένα μίγμα ανακούφισης και επιφύλαξης. Η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι αρνείται τον εθνικιστικό χαρακτήρα του Brexit και εξακολουθεί να υποστηρίζει το ελεύθερο εμπόριο και μια ισχυρή ΕΕ. Το πρόβλημα όμως για τη Βρετανία είναι ότι η ίδια η ΕΕ θεωρεί το Brexit μια εκδήλωση εθνικισμού στους κόλπους της Ευρώπης που πρέπει να αντιμετωπιστεί με αποφασιστικότητα.
Με την έννοια αυτή, μια νίκη του αρχηγού του «Εμπρός» θα αποτελέσει και καλά και κακά νέα για το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Μακρόν αντιπροσωπεύει την ισχυρή και ενωμένη ΕΕ που υποτίθεται ότι θέλει η κυβέρνηση Μέι. Το κακό γι? αυτήν είναι ότι η ισχύς και η ενότητα που επιθυμεί ο Μακρόν αναμένεται να εκφραστούν με μια πολύ σκληρή γραμμή απέναντι στο Brexit, με την απόρριψη δηλαδή οποιωνδήποτε ειδικών συμφωνιών, είτε αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων είτε τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Μια νίκη της Λεπέν, αντίθετα, μπορεί να οδηγούσε την Ευρώπη σε μια νέα και επικίνδυνη κατεύθυνση, θα έλυνε όμως το πρόβλημα της Βρετανίας, αφού δεν θα υπήρχε πλέον μια ΕΕ από την οποία να πρέπει να αποχωρήσει?
Στο ευρύτερο ευρωπαϊκό πλαίσιο, μια νίκη του Μακρόν θα πρέπει να αξιολογηθεί μαζί με τις υποχωρήσεις της εθνικιστικής Δεξιάς στην Αυστρία και την Ολλανδία, την επιστροφή του εθνικιστικού AfD της Γερμανίας σε μονοψήφια ποσοστά και την αύξηση των πιθανοτήτων να επανεκλεγεί καγκελάριος η Άγγελλα Μέρκελ. Εθνικιστικά κόμματα έχουν αναλάβει την εξουσία στην Πολωνία και την Ουγγαρία ? αλλά ο αρχικός πυρήνας της ΕΕ αντιστέκεται στην εθνικιστική επέλαση.
Στις Βρυξέλλες, η προοπτική της εκλογής του Μακρόν θεωρείται μια ευκαιρία να ξεκινήσει και πάλι ο γαλλογερμανικός κινητήρας που τροφοδοτούσε πάντα την ΕΕ. Η υπερβολική ευφορία όμως θα αποτελούσε λάθος. Στα ζητήματα των οικονομικών μεταρρυθμίσεων και της ευρωπαϊκής ενοποίησης, ο Μακρόν λέει πράγματι τα «σωστά» πράγματα. Το κατά πόσον θα μπορέσει να τα εφαρμόσει, όμως, είναι μια άλλη υπόθεση.
(*) Ο Γκίντεον Ράχμαν είναι αρθρογράφος των Financial Times
Πηγή: Financial Times - ΑΠΕ-ΜΠΕ
Εικόνα: By World Economic Forum from Cologny, Switzerland - Gideon Rachman, CC BY-SA 2.0, Link