Η Ρωσία κάλεσε σήμερα τις ΗΠΑ σε μια «εποικοδομητική συνεργασία» και όχι «σε αντιπαράθεση», λίγο πριν από την άφιξη στη Μόσχα του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον.

Το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε σε ανακοίνωσή του ότι ελπίζει σε «εποικοδομητικές διαπραγματεύσεις» με τον Τίλερσον, ο οποίος αναμένεται να φτάσει σήμερα το απόγευμα στη Μόσχα για μια επίσημη επίσκεψη δύο ημέρων.

Ο Τίλερσον θα συναντηθεί με τον Ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ. Οι δύο άνδρες θα συζητήσουν την κρίση στην Ουκρανία και τη Συρία, καθώς και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, για τη Λιβύη, την Υεμένη, το Αφγανιστάν και τη Βόρεια Κορέα, σύμφωνα με τη ρωσική διπλωματία.

Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ επεσήμανε από την πλευρά του ότι δεν μπορεί να επιβεβαιώσει ότι μια συνάντηση του Τίλερσον με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν είναι στην ατζέντα.

«Δεν επιζητούμε την αντιπαράθεση, αλλά μια εποικοδομητική συνεργασία. Ελπίζουμε ότι αυτό επιθυμούν και οι ΗΠΑ», σημειώνει το υπουργείο Εξωτερικών στην ανακοίνωση.

«Γι’ αυτό στις επερχόμενες διαπραγματεύσεις επιθυμούμε πρωτίστως να κατανοήσουμε σε ποιο μέτρο οι ΗΠΑ έχουν συναίσθηση της ανάγκης να σταθεροποιήσουμε και να εξομαλύνουμε τις σχέσεις μας», συνεχίζει η ανακοίνωση.

Η Ρωσία, οι σχέσεις της οποίας με τις ΗΠΑ περνούν «την πιο δύσκολη περίοδό τους μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου», είναι «ανοικτή στον πιο ειλικρινή διάλογο».

Η επίσκεψη του Τίλερσον στη Μόσχα πραγματοποιείται μετά τα αμερικανικά πλήγματα εναντίον αεροπορικής βάσης του συριακού στρατού τη νύχτα της 6ης προς την 7η Απριλίου, σε απάντηση στη χημική επίθεση στη Χαν Σεϊχούν για την οποία κατηγορείται η Δαμασκός.

Η Μόσχα, που αρνείται ότι για την επίθεση ευθύνεται ο συριακός στρατός, κατήγγειλε τα αμερικανικά πλήγματα ως «επίθεση εναντίον ενός κυρίαρχου κράτους». Ζήτησε επίσης να διεξαχθεί διεθνής έρευνα «αντικειμενική και αμερόληπτη» για «τα όσα συνέβησαν στη Χαν Σεϊχούν».

Παράλληλα η Ρωσία επιθυμεί οι ΗΠΑ να συμμετάσχουν στη διεθνή συνάντηση για το Αφγανιστάν, που θα πραγματοποιηθεί στις 14 Απριλίου στη Μόσχα, και να ασκήσει πίεση στις ουκρανικές αρχές ώστε να «εφαρμόσουν πιστά τις δεσμεύσεις τους» βάσει των συμφωνιών του Μινσκ.